Στο καβούκι μου

Τα κείμενα της καθημερινότητας θα δημοσιεύονται στο εξής στον Βερνάρδο τον ερημίτη, στην διεύθυνση : http://gerimitiis.blogspot.gr/

Ποιήματα θα βρείτε στην ποιηματοποίηση

ενώ

Πεζά και διηγήματα στην διηγηματοποίηση

...

Τι δεν είναι και τι είναι το gpoint'sbreeze

Δεν είναι χώρος που προωθεί έμμεσα ή άμεσα διαφημίσεις.
Δεν είναι χώρος που θα σας προωθήσει σε άλλα μπλογκς πλην των άλλων του δημιουργού της.
Δεν είναι χώρος που θα σας υποχρεώσει ν' ακούσετε την μουσική που αρέσει στον δημιουργό του.

Είναι ένας χώρος που σέβεται την σκέψη και την ελληνική γλώσσα.
Είναι ένας χώρος που προσπαθεί να σέβεται τους επισκέπτες του και τον εαυτό του.



Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2008

Ο χορός των μεταμφιεσμένων

.

Το αεράκι φύσαγε απαλά στην παραλία της Πάτρας κι’ ανακάτευε τα μαλλιά του Ρικάρντο. Καθισμένος άκομψα στη πολυθρόνα του, με τη μάσκα στα μάτια και το κεφάλι της στολής του ακουμπισμένο σε μιά καρέκλα δίπλα ένοιωθε υπερβολικά βαρύς.Είχε ένα βάρος ανυπόφορο στο στήθος - τι ειρωνεία – το βάρος της εντελώς άδειας καρδιάς.
Σκεφτόταν μελωδικά την Αμέλεια – άλλη ειρωνεία το όνομά της - ας προτιμούσε ν’ αγαπήσει την Εμμέλεια μα η καρδιά του αλλιώς κτύπαγε τότε, κανείς δεν αγάπησε με το μυαλό ή με τ’ αφτί. Προσπάθησε να συγκρατηθεί, δεν τα κατάφερε. Απ’ την αρχή τόξερε πως ήταν παντρεμένη με τον Ρενάτο, τον φίλο και υπάλληλό του, νόμιζε πως αν ακούσει το «σ’ αγαπώ» απ’ τα χείλια της θα ήταν ευτυχής και ικανοποιημένος. Τ’ άκουσε μα τότε μόνο ακόρεστα πεινασμένος ένοιωσε, ο πλατωνικός του έρωτας έγινε ανυπόφορα σαρκικός και απαιτητικός.

Ολόκληρη η νουβέλλα δημοσιεύεται στο http://www.gpointsbeeze.blogspot.com/

Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2008

Η μικρά απομεμακρυσμένη (εις τον Νότο) ποιήτρια

.
Σχολιασμός της επικαιρότητας

Τις τελευταίες μέρες πολλοί πολίτες (κι' εγώ) ταλαιπωρήθηκαν από γρίππη. Ταλαιπωρείται όμως και η χώρα από το πρόβλημα της ονομασίας της Π.Γ.Δ.Μ.
Παρατηρώντας ότι η Ελλάδα δεν έχει προτείνει συγκεκριμμένο όνομα αλλά κάτι συγκεχυμένες απόψεις περί γεωγραφικής και εθνολογικής Μακεδονίας απέναντι σε εξ ίσου συγκεχυμένες απόψεις των Ευρωπαίων περί του αυτού θέματος, κατέληξα ότι το όλον θέμα θυμίζει κριτική ποίησης όπου ο καθένας βλέπει ότι θέλει (ή τον συμφέρει) να δει.
Και φυσικά η Ελλάδα παλεύει γιά το δικό της δίκαιο μέσα στην Ε.Ε.

Αλληγορικά και έμμετρα

Η μικρά απομεμακρυσμένη (εις τον Νότον ) ποιήτρια


Το χαλεπόν των ημερών
Νομίζω πως παρήλθε
Της γρίππης ο κακός ιός
Ηλθ’ είδε και απήλθε

Μικρή ζημιά μου έκανε
Στων στίχων την πλοκή
Και πήγε νοτιώτερα
Εις την Ανταρκτική


Οπου υπάρχει μιά μικρά
Ποιήτρια αραγμένη
Και στιχουργεί ανελλιπώς
Το Νόμπελ περιμένει

Γράφει ποιήματα πολλά
Γιά μύγδαλα και φλούδες
Και εύχεται οι ελπίδες της
Δεν θάναι πάντα φρούδες

Το χέρι της σαν κουραστεί
Και διάλειμα βιώνει
Μπροστά εις τον καθρέπτη της
Με πάθος σημειώνει

- Ναι, είμαι η καλύτερη
Εις την Ανταρκτική
Στις άλλες χώρες με κτυπά
Η κούφια κριτική

«Το μέτρο κάπου χάνει εδώ»
«Σου φεύγει ο ρυθμός»
« Η λέξη ειν’ αδόκιμη»
- Αχ θεέ μου, τι καϋμός

Να μη καταλαβαίνουνε
Της ποιητρίας οίστρο,
Όποιος αέρας κι’ αν φυσά
Εγώ τον λέω μαΐστρο

Τι θέλουν το συντακτικό
Και η γραμματική
Εις της ποιήτριας μπροστά
Την φοβερή ορμή ;

Ω, κοινωνία άδικη
Συνθλίβεις τα όνειρά μου
Ζηλεύουνε οι κριτικοί
Τ’ αριστουργήματά μου

Ποιητικώς είν’ άσχετοι
Δεν παίρνουνε χαμπάρι
Της ποίησής μου τον ειρμό
Που ο διάολος να τους πάρει

Αντί να υποδέχονται
Μετά βαΐων, κρίνων
Τα ποιήματά μου θεωρούν
Αντάξια πιγκουΐνων

Μα τούτο είναι άδικο
Αμέσως καταγγέλλω
Οπου σταθώ κι’ όπου βρεθώ
Ποιήματα ν’ απαγγέλλω

Σαν τον Ορφέα γύρω μου
Μαζεύονται με χάρη
Φάλαινα, ρέγγα κι’ αετός
Θαλάσσιο λιοντάρι

Φώκια, αρκούδα πολική
Και άλλα ζωντανά
Σαν μαγεμένα κάθονται
Κι’ ακούν προσεκτικά

Διότι ουδόλως υστερούν
Καλού αισθητηρίου
Τα ζώα και τα πετεινά
Του νότιου ημισφαιρίου

Ούτε τα ψάρια υστερούν
Οπου φωνή δεν έχουν
Ν’ ακούνε και της κριτικής
Την τέχνη την κατέχουν
.

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2008

Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2008

Perpetual like Achilles

.

Εχθρός γαρ μοι κείνος.

Στεκόταν και τον κοίταζε. Μέσα στα μάτια. Προσπαθούσε να τον λυγίσει και να μην λυγίσει. Ποιός δεν θα στρέψει το βλέμμα ήταν το έπαθλο. Ωρα πολλή σε μάχη ηθικού. Ισοπαλία θα λέγαν οι κριτές. Υποχωρούσε όσο υποχωρούσε και ξαναδυνάμωνε όσο δυνάμωνε κι΄ο εχθρός. Μεχρι που άρχισε να ονειροπολεί απ’ την κούραση. Μηχανικά συνέχιζε την μάχη.

ομώς Αΐδαο πύλησιν

Ηταν ότι μισούσε. Μην κι’αγαπούσε ίσως ; Οχι στην παγίδα αυτή δεν θά’πεφτε. Μίσος καθάριο όσο ζεστό το αίμα του κυλούσε γι’αυτό που κάποτε θα τού 'παιρνε την θέρμη. Τότε μπορεί, στον αναπόφευκτο συμβιβασμό, ναι, μπορεί να τ’ αγαπούσε. Μα τώρα μόνο μίσος εχθρικό στη σκέψη του θανάτου. Συνέχισε να τον κοιτά

ος χ’ έτερον μεν κεύθη ενί φρεσίν

Οι σκέψεις του, οι σκέψεις του...πως τον εχθρό θα λειώσει. Σφαίρες τις έκανε και πυροβολούσε με τα μάτια. Ξεκάθαρος ο νους στο βλέμμα έδινε δύναμη τον άλλο να λυγίσει. Ολα παραμερίσανε μεσ’ στο μυαλό του, η τέλεια συγκέντρωση σ’αυτό το βλέμμα το πύρινο, φωτιά από το μίσος. Μα και το βλέμμα τ’ αντικρύ, κι’αυτό
πύρινο ήταν

άλλο δε είπη

Και τότε μίλησε. Λόγια γλυκά , παρηγορητικά, λόγια συμπόνοιας στον εχθρό. Είδε το βλέμμα του να μαλακώνει. Να, τώρα, σκέφτηκε, τώρα που νά’ ναι το βλέμμα θ’ αποσύρει.. Χαμογέλασε μέσα του, γλυκάθηκε στην προσμονή της νίκης, μα τίποτε, ισοπαλία πάλι.
Δοκίμασε τ’ αντίθετο. Αρχισε να τον βρίζει με το στόμα ενώ η σκέψη του τον λυπότανε γιά τις άδικες κατηγόριες. Πάλι τίποτε. Πάλι ισοπαλία.


Κουρασμένος ο Αχιλλέας έφυγε μακριά από τον καθρέπτη του. Το είδωλό του έφυγε κι’ αυτό..


Εχθρός γαρ μοι κείνος ομώς Αΐδαο πύλησιν
ος χ’ έτερον μεν κεύθη ενί φρεσίν, άλλο δε είπη
( Ομήρου Ιλ., ραψ. Ι )

Ότι μου είναι μισητός, όσο του Άδη οι πύλες,
κείνος που κρύβει άλλο στον νουν και άλλο στο χείλος έχει
. (μεταφρ. Ι. Πολυλάς)

Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2008

Επίκαιρον

(προσχέδιον)


Που’σουν παιδί μου λατρευτό
Με τα θλιμμένα μάτια και τη βραχνή φωνή ;
- Ταξίδεψα και άγγιξα τα στιχοτόπια εκείνα
στη χώρα των ανέμων
Τα φρικαλέα αιμοσταγή, τις σκοτωμένες λέξεις
Των μολυσμένων ποιητών και των συνοδοιπόρων.
Πέρασα όρη και γκρεμούς και τεχνητά λιμάνια
Μα ζωντανό τίποτε πιά πάνω τους δε σαλεύει

Τι είδες παιδί μου λατρευτό
Με τα θλιμμένα μάτια και τη βραχνή φωνή ;
- Είδα δασκάλους έμπυους και καλοβολεμένους
το μίσος τους να βγάζουν
Σε χώρους ακατοίκητους μπερδεύοντας τις λέξεις
Το προϊόν τους να πωλούν σ’ ομότεχνους αγύρτες
Εμποροι λόγων και γραπτών κι’ ευνοϊκών σχολίων
Κι’ όλοι μαζί να υμνολογούν ότι τους καταστρέφει

Τι άκουσες παιδί μου λατρευτό
Με τα θλιμμένα μάτια και τη βραχνή φωνή ;
- Ακουσα ψιθυρόφωνους σωστά να λένε λόγια
σα να ντρεπότουσαν γι’ αυτό
Με στόμφο τα σκεπάζανε οι συνεννοημένοι
Χαρτιά, πτυχία φέροντες και δόξαν εγκαθέτων
Κραυγές κοράκων, υαινών, απόηχος της ζούγκλας
Και χερουβείμ σατανικά να βγάζουν το ψωμί τους

Ποιους γνώρισες παιδί μου λατρευτό
Με τα θλιμμένα μάτια και τη βραχνή φωνή ;
- Γνώρισα ανθρώπους βρώμικους με καθαρά τα ρούχα
βενζίνα περασμένα
Ενα να λένε στη στιγμή κι’ αντίθετα να πράττουν
Μνήμη θολή στο όνομα μιάς κάποιας συμφωνίας
Λιβανιστές και υμνητές της κάθε εξουσίας
Γυναίκες να εμπορεύονται τα θέλγητρα της φύσης

Τί έκανες παιδί μου λατρευτό

Με τα θλιμμένα μάτια και τη βραχνή φωνή ;
- Προσπάθησα με το στανιό τον ήλιο να σηκώσω
στα πρόσωπά τους πάνω.
Μα κείνα τρίξαν άσχημα της φρίκης τους τον ήχο
Τι στο σκοτάδι ήτανε καλά συνηθισμένα
Κι' όταν με πόνο τ' άφησα ξανά χαμογελάσαν
Αν τη ρωγμή στο πρόσωπο χαμόγελο την λένε

Που πας παιδί μου λατρευτό
Με τα θλιμμένα μάτια και τη βραχνή φωνή ;
- Κινώ για’ κεί που η οχλοβοή και η οσμή δεν φτάνει
τον ήλιο να σκεπάσει
Μέσα στο δάσος θα χωθώ και πίσω του θε’ νάβρω
Νησί στη μέση τ’ ωκεανού αραιά κατοικημένο
Από τη κίτρινη βροχή να φύγω, να γλυτώσω
Μέχρι να βγει εκεί ψηλά ξανά ουράνιο τόξο